Η πρώτη αναφορά για την ύπαρξη του λεμφικού συστήματος έγινε από τον Ιπποκράτη ο οποίος μιλούσε για λευκό αίμα και αναφαίρετο σε περιγραφές του Αριστοτέλη για ανατομικά στοιχεία τα οποία περιέχουν ένα άχρωμο υγρό. Η πραγματική ανακάλυψη των λεμφικών αγγείων έγινε το 1627 από τον Ιταλό ανατόμο Gaspare Aselli , ο οποίος τα βρήκε και τα ονόμασε γαλακτοφόρους φλέβες.
Η λέμφος αποτελεί μέρος του αμυντικού μηχανισμού του σώματος. Καθαρίζει τους ιστούς από διάφορους παθογόνους οργανισμούς, στην συνέχεια περνά και φιλτράρεται μέσα από τους λεμφαδένες, ενώ τέλος ενώνεται με την φλεβική κυκλοφορία στην πορεία προς την καρδιά.
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι με το προτεινόμενο πρωτόκολλο θεραπείας, από το τμήμα Φυσικοθεραπείας του Νοσοκομείου «Ο Άγιος Σάββας», ακόμα όταν το Δευτεροπαθές Λεμφοίδημα δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί ολοκληρωτικά, μπορεί να ελεγχθεί, και να το περιοριστεί, επιτυγχάνοντας ένα καλό αισθητικό και λειτουργικό αποτέλεσμα, ενώ απαλλάσσει τον ασθενή από πιθανούς μελλοντικούς κινδύνους.
Λεμφοίδημα επακόλουθο ενός χειρουργείου μαστού προκαλείται από μηχανική βλάβη του λεμφικού συστήματος. Οι διαδικασίες του μεταβολισμού διαταράσσονται, πρωτεΐνη συσσωρεύεται στους ιστούς με όλες τις αρνητικές συνέπειες για την κυκλοφορία της λέμφου προκαλώντας λεμφοίδημα.
Υπάρχουν διάφοροι φυσικοί τρόποι που μας βοηθούν να μειώσουμε το χωρίς παθολογικά αίτια οίδημα των άκρων.
Η θεραπεία του λεμφοιδήματος εξαρτάται από το στάδιο στο οποίο βρίσκεται το οίδημα και το πόσο έγκαιρα αρχίζει η αγωγή. Ανάλογα είναι και τα αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και όταν το οίδημα δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί ολοκληρωτικά, υπάρχουν πολλές θεραπευτικές μέθοδοι προκειμένου να τεθεί υπό έλεγχο και να περιοριστεί, επιτυγχάνοντας ένα καλό αισθητικό και λειτουργικό αποτέλεσμα. Παράλληλα ο ασθενής απαλλάσσεται από πιθανούς μελλοντικούς κινδύνους.
Η λεμφική παροχέτευση (Manual Lymphatic Drainage – MLD), είναι ευρέως αποδεκτή ως συντηρητική θεραπεία για το λεμφοίδημα. Οι ερευνητές με αυτή τη συστηματική ανασκόπηση στόχευσαν να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητα της σε ασθενείς ευρισκόμενους σε ομάδα υψηλού κινδύνου να εμφανίσουν λεμφοίδημα ή ζουν με αυτό.
Προϋπόθεση για την αποτελεσματική θεραπεία του δευτεροπαθούς λεμφοιδήματος είναι στην αρχική φάση της θεραπείας η εφαρμογή ειδικών συμπιεστικών επιδέσμων – για να μειωθεί ο όγκος του οιδήματος και κατά συνέπεια η περίμετρος του μέλους – ενώ σε δεύτερη φάση, όταν επιτευχθεί η μέγιστη αποσυμφόρηση, κατόπιν εξειδικευμένης μέτρησης, να χορηγηθεί στον ασθενή το κατάλληλο συμπιεστικό ένδυμα ακολουθώντας παράλληλα πρόγραμμα συντήρησης του αποτελέσματος της θεραπείας.
Λεμφοίδημα ονομάζεται το οίδημα ενός τμήματος του σώματος, ιδιαίτερα των άκρων, που προκαλείται από την ανώμαλη συσσώρευση του λεμφικού υγρού.
Λεμφοίδημα κάτω άκρων προκαλείται από την ανώμαλη συσσώρευση του λεμφικού υγρού. Το λεμφοίδημα από τη στιγμή της εμφάνισης του δημιουργεί σοβαρά προβλήματα - τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά - στο πάσχοντα, επηρεάζοντας σημαντικότατα την ποιότητα της ζωής του. Μάλιστα τις περισσότερες φορές ο πάσχον δεν γνωρίζει από που να αναζητήσει βοήθεια. Το λεμφοίδημα μπορεί να είναι ‘πρωτοπαθές’ ή ‘δευτεροπαθές’.
Το λεμφοίδημα μπορεί να διαγνωστεί με τη λήψη του ιστορικού, τη κλινική εξέταση και τη ψηλάφηση. Η κλινική αξιολόγηση και το ιστορικό του ασθενή είναι ικανά να μας δώσουν μια αρκετά σαφή διάγνωση. Όταν η κλινική αξιολόγηση δεν είναι επαρκής τότε πρέπει να εξεταστούν άλλες αιτίες που προκαλούν οίδημα.
Λεμφοίδημα ονομάζεται το οίδημα ενός τμήματος του σώματος, ιδιαίτερα των άκρων, που προκαλείται από την ανώμαλη συσσώρευση του λεμφικού υγρού. Το λεμφοίδημα μπορεί να είναι πρωτοπαθές ή δευτεροπαθές. To πρωτογενές ή πρωτοπαθές λεμφοίδημα είναι σπάνιο. Στη παρουσίαση αυτή αναφερόμαστε στο δευτεροπαθές λεμφοίδημα.
Μετά από μαστεκτομή δεν θα παρουσιάσουν όλες οι γυναίκες Λεμφοίδημα. Το είδος του χειρουργείου και η εν συνεχεία θεραπευτική αγωγή είναι καθοριστικός παράγοντας για την εμφάνιση του Λεμφοιδήματος.Κατά την κλινική αξιολόγηση η ασθενής θα πρέπει να έχει μαζί της το αποτέλεσμα της βιοψίας. Στην μακροσκοπική περιγραφή αναφέρονται πόσοι λεμφαδένες έχουν αφαιρεθεί και σε ποία επίπεδα.
Ο καρκίνος του μαστού είναι γνωστό ότι αποτελεί έναν από τους πιο συχνούς τύπους καρκίνου για τις γυναίκες. Επιδημιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι 1 στις 10 έως 1 στις 14 γυναίκες πιθανότατα θα αναπτύξει καρκίνο στο μαστό κατά την διάρκεια της ζωής της.
Μετά από μαστεκτομή μπορεί να μειωθεί το φυσιολογικό εύρος κίνησης των αρθρώσεων του άνω άκρου και η μυϊκή δύναμη. Το κατάλληλο πρόγραμμα ασκήσεων είναι ο ασφαλέστερος τρόπος αποκατάστασης της λειτουργικότητας του άνω άκρου. Eίναι απαραίτητο μέρος της θεραπείας του λεμφοιδήματος και γίνεται πάντα ενώ ο ασθενής φορά το ειδικό υλικό διαβαθμισμένης συμπίεσης.
Η αποτελεσματική διαχείριση του δευτεροπαθούς λεμφοιδήματος, επιτυγχάνεται με την ολοκληρωμένη αποσυμφορητική θεραπεία (MLD) και την συμπιεστική περίδεση του πάσχοντος μέλους (CDT). Μετά το πέρας της αποσυμφορητικής θεραπείας, για να διατηρηθούν τα ευεργετικά αποτελέσματά της, επιβάλλεται ο ασθενής να φορέσει στην πάσχουσα περιοχή κατάλληλο συμπιεστικό ένδυμα επίπεδης πλέξης επί μέτρο.
Δευτεροπαθές λεμφοίδημα: Η εμφάνισή του είναι αποτέλεσμα χειρουργικής επέμβασης για την αντιμετώπιση καρκίνου (βλάβη λεμφαγγείων, εκτομή λεμφαδένων), που επιδεινώνεται από την ακτινοθεραπεία. Υπάρχουν περιπτώσεις που το δευτεροπαθές λεμφοίδημα είναι αποτέλεσμα οξείας λοίμωξης από δάγκωμα ερπετού, ή τσίμπημα μολυσμένου εντόμου.
Η φροντίδα και η περιποίησή τους είναι σημαντικός παράγοντας που εξασφαλίζει στα ενδύματα αυτά μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και αποτρέπει πιθανά δερματικά προβλήματα στο ευαίσθητο δέρμα του πάσχοντος μέλους. Τα ενδύματα διαβαθμισμένης συμπίεσης έχουν μέσα στη συσκευασία τους οδηγίες χρήσης, τόσο για την ορθή τοποθέτησή τους, όσο και για την ορθή συντήρησή τους.