Η ιατρική αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού έχει αυξήσει το προσδόκιμο επιβίωσης στο 89%. Εντούτοις οι ασθενείς ενδέχεται να αντιμετωπίσουν είτε οξύ, είτε χρόνιο λειτουργικό πρόβλημα ως συνέπεια της θεραπευτικής προσέγγισης, η οποία περιλαμβάνει συνήθως χημειοθεραπεία, ακτινοβολίες, ή -σε κάποιες περιπτώσεις- πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις.
Μέτρια έως σοβαρά προβλήματα στο σύστοιχο άνω άκρο και στον ώμο παρουσιάζουν οι περισσότερες από τις γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση λόγω καρκίνου τού μαστού.
Σύμφωνα με μελέτες, η πλειοψηφία των γυναικών που υποβάλονται σε χειρουργική επέμβαση λόγω καρκίνου του μαστού, εμφανίζουν προβλήματα στο σύστοιχο με το χειρουργείο άνω άκρο ικανά να επηρεάσουν την ποιότητα της ζωής τους αν δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα.
Λεμφοίδημα ονομάζεται το οίδημα ενός τμήματος του σώματος, ιδιαίτερα των άκρων, που προκαλείται από την ανώμαλη συσσώρευση του λεμφικού υγρού. Το λεμφοίδημα μπορεί να είναι πρωτοπαθές ή δευτεροπαθές. To πρωτογενές ή πρωτοπαθές λεμφοίδημα είναι σπάνιο. Στη παρουσίαση αυτή αναφερόμαστε στο δευτεροπαθές λεμφοίδημα.
Όπως όλες οι ασθένειες, έτσι κι ο καρκίνος του μαστού έχει σωματικές αλλά και ψυχολογικές επιπτώσεις για την ασθενή.Ο καρκίνος του μαστού ωστόσο παρουσιάζει μερικές ιδιαιτερότητες αναφορικά με την ψυχοκοινωνική του διάστασή.
Οι θεραπείες για τον καρκίνο του μαστού, συχνά έχουν ως αποτέλεσμα, τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μακροπρόθεσμα, περιορισμούς στην λειτουργικότητα του σύστοιχου με τον μαστό άνω άκρο.
Άγχος, φόβος, αβεβαιότητα για το μέλλον, κατάθλιψη και σεξουαλικές διαταραχές έχουν αναφερθεί σε γυναίκες με καρκίνο μαστού μετά την θεραπεία.