Η πρώτη αναφορά για την ύπαρξη του λεμφικού συστήματος έγινε από τον Ιπποκράτη ο οποίος μιλούσε για λευκό αίμα και αναφαίρετο σε περιγραφές του Αριστοτέλη για ανατομικά στοιχεία τα οποία περιέχουν ένα άχρωμο υγρό. Η πραγματική ανακάλυψη των λεμφικών αγγείων έγινε το 1627 από τον Ιταλό ανατόμο Gaspare Aselli , ο οποίος τα βρήκε και τα ονόμασε γαλακτοφόρους φλέβες.
Το λεμφικό σύστημα, είναι τμήμα του αμυντικού μηχανισμού του οργανισμού, αποτελείται από ένα δίκτυο αγγείων (τα οποία βρίσκονται σε όλο το σώμα, εκτός από το νευρικό σύστημα και το περιτόναιο), που μεταφέρει το ενδιάμεσο υγρό και τα συστατικά του από τον μεσοκυττάριο χώρο πίσω στο φλεβικό σύστημα, αφού πρώτα καθαρισθεί από τους παθογόνους μικροοργανισμούς μέσα στους λεμφαδένες. Το λεμφικό φορτίο περιλαμβάνει πρωτεΐνες, λίπος, νεκρά κύτταρα, άχρηστα προϊόντα του μεταβολισμού, βακτηρίδια, οργανικά και ανόργανα κυτταρικά παράγωγα, νερό.
Οι δύο πιο σημαντικές λειτουργίες του λεμφικού συστήματος είναι:
1. Η διατήρηση ισορροπίας των υγρών στο εσωτερικό του οργανισμού.
2. Η άμυνα του οργανισμού από παθογόνους εξωτερικούς παράγοντες αλλά και ενδογενείς.
Το λεμφικό σύστημα συνεργάζεται στενά και με άλλα συστήματα του σώματος για να εκτελέσει αποτελεσματικά τις λειτουργίες του.
Η λέμφος προέρχεται από το πλάσμα, που αποτελεί το υγρό στοιχείο του αίματος. Το πλάσμα του αίματος με την βοήθεια των πρωτεϊνών περνάει από τα τοιχώματα των τριχοειδών αρτηριακών αγγείων. Σχηματίζει το «ενδιάμεσο υγρό», που είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες. Το 90% έως 98% αυτού του υγρού μετά την ολοκλήρωση του έργου του επιστρέφει στα φλεβικά τριχοειδή αγγεία για τον δρόμο επιστροφής προς την καρδιά, ώστε να εμπλουτιστεί σε οξυγόνο και άλλα θρεπτικά συστατικά για να επαναληφθεί ο ίδιος κύκλος. Το 2% έως 8% αυτού του υγρού θα απομακρυνθεί με το Λεμφικό σύστημα, μέσω των λεμφικών αγγείων. Μόλις το πλάσμα εισέλθει στα λεμφικά αγγεία τότε ονομάζεται λέμφος.
Η λέμφος περιέχει λευκά αιμοσφαίρια, που ονομάζονται και λεμφοκύτταρα. Αυτά είναι κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος. Υπάρχουν δυο βασικοί τύποι λεμφοκυττάρων: Τ – λεμφοκύτταρα και Β – λεμφοκύτταρα.
Το κυκλοφορικό σύστημα αντλείται από την καρδιά. Κυκλοφορεί σ’ ολόκληρο το σώμα, ενώ φιλτράρεται στα νεφρά. Το λεμφικό σύστημα δεν έχει κάποια αντλία να βοηθήσει στη ροή του, αντίθετα είναι σχεδιασμένο να ρέει μόνο προς τα επάνω ταξιδεύοντας μέσα στο σώμα από τα άκρα προς τη βάση του αυχένα. Καθώς μετακινείται μέσα στο σώμα περνά μέσα από τα λεμφικά γάγγλια ή λεμφαδένες όπου φιλτράρεται. Στη βάση του αυχένα η λέμφος εισέρχεται στην υποκλείδιο φλέβα, όπου μετονομάζεται πλάσμα.
Η λέμφος μεταφέρεται μέσα στο λεμφικό σύστημα μέσω των λεμφικών αγγείων. Περίπου το 70% αυτών είναι επιφανειακό, το ονομάζουμε επιπολής λεμφικό δίκτυο, βρίσκεται στο όριο μεταξύ επιδερμίδας και δέρματος, αποτελείται από ιδιαίτερα ευαίσθητες κατασκευές, που περιλαμβάνουν ίνες ελαστικές και κολλαγόνου, ενώ το υπόλοιπο 30%, το ονομάζουμε εν τω βάθει λεμφικό δίκτυο και περιβάλει τα περισσότερα από τα όργανα του σώματος. Τα τριχοειδή λεμφικά αγγεία ξεκινούν ως ‘τυφλοί σωλήνες’ με λεπτό μονοκύτταρο τοίχωμα, όπου τα κύτταρα είναι διατεταγμένα με τέτοιο τρόπο ώστε το ένα να επικαλύπτει ελαφρώς το άλλο, όπως όταν σκεπάζεται με λεπτές σανίδες η οροφή ενός σπιτιού. Καθένα από αυτά τα κύτταρα δένεται με τα γειτονικά του με στηρικτικά νήματα.
Η αυξανόμενη πίεση στον μεσοκυττάριο χώρο , λόγω αύξησης της ποσότητας του ενδιάμεσου υγρού, αναγκάζει αυτά τα κύτταρα να διαχωριστούν στιγμιαία επιτρέποντας το πλάσμα να εισέλθει στα τριχοειδή λεμφικά αγγεία και να μετονομαστεί σε λέμφο. Στη συνέχεια κλείνει το τοίχωμα μη επιτρέποντας την παλινδρόμηση του υγρού προς τα έξω, αντίθετα ωθείτε προς τα εμπρός. Τα τριχοειδή λεμφικά αγγεία προοδευτικά ενώνονται μεταξύ τους σχηματίζοντας ένα δίκτυο από αγγεία ευρισκόμενα βαθύτερα στο σώμα. Καθώς γίνονται μεγαλύτερα, τα ονομάζουμε λεμφικά αγγεία, τα οποία έχουν βαλβίδες μίας κατεύθυνσης. Ο χώρος μεταξύ των δύο βαλβίδων ονομάζεται lymph angion. Αυτό είναι η «καρδιά» που μετακινεί την λέμφο. Στα τοιχώματα κάθε Lymph angion υπάρχουν αισθητήρια όργανα ευαίσθητα στην διάταση. Μόλις διαταθούν τα τοιχώματα του από την είσοδο του λεμφικού υγρού, τότε γίνεται σύσπαση των λείων μυών του τοιχώματος. Η σύσπαση προκαλεί μια κίνηση σαν να «στύβονται» τα αγγεία, προωθώντας το υγρό στο επόμενο. Αυτή η λειτουργία δημιουργεί ένα φαινόμενο απορρόφησης του λεμφικού υγρού σε ολόκληρο το σύστημα. Έτσι αν κινητοποιείται το υγρό στην περιοχή της κοιλίας, αυτό επηρεάζει αυξάνοντας την κινητοποίηση στα πόδια.
Η κίνηση του λεμφικού υγρού επηρεάζεται από:
Υπάρχουν περίπου 600 με 700 λεμφαδένες κατά μέσο όρο στο ανθρώπινο σώμα. Ο ρόλος τους είναι να φιλτράρουν τη λέμφο πριν αυτή επιστρέψει στο κυκλοφορικό σύστημα. Παρόλο που αυτοί οι λεμφαδένες αυξομειώνονται σε μέγεθος κατά τη διάρκεια της ζωής του ατόμου, αν καταστραφούν ή πάθουν ζημία δεν αναγεννάτε.
Σε κάθε λεμφαδένα παρατηρούμε προσαγωγά λεμφαγγεία που εισδύουν στην επιφάνεια του ,και απαγωγά λεμφαγγεία που ξεκινούν από την πύλη του λεμφαδένα και εκβάλλουν σε κεντρικότερο λεμφαδένα ή λεμφαγγείο.
Τα προσαγωγά λεμφαγγεία μεταφέρουν τη λέμφο μέσα στον λεμφαδένα, όπου τα άχρηστα προϊόντα του μεταβολισμού φιλτράρονται. Σ’ άλλο τμήμα του λεμφαδένα, οπού υπάρχουν λευκά αιμοσφαίρια, εξουδετερώνουν τους παθογόνους μικροοργανισμούς που πιθανόν να υπάρχουν.
Τα απαγωγά λεμφαγγεία μεταφέρουν την φιλτραρισμένη λέμφο έξω από τα λεμφαδένα για να συνεχίσει τη πορεία επιστροφής στο κυκλοφορικό σύστημα.
Οι λεμφαδένες βρίσκονται σε διάφορες περιοχές όπως στον αυχένα, στις μασχάλες, στη βουβωνική χώρα κ.α.
Σε περιπτώσεις λοίμωξης μπορεί να πρηστούν.
Η Αμυγδαλή, ο Θύμος αδένας και η Σπλήνα είναι όργανα του Λεμφικού συστήματος. Λεμφοκύτταρα στην αμυγδαλή προστατεύουν τον οργανισμό από εισπνεόμενους παθογόνους μικροοργανισμούς. Τα ανώριμα Τ λεμφοκύτταρα διαφοροποιούνται και αποκτούν τους μοναδικούς υποδοχείς τους στον θύμο αδένα. Η σπλήνα φιλτράρει παθογόνους μικροοργανισμούς και εξαντλημένα αιματοκύτταρα από το αίμα, ενώ αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό αντισωμάτων. Επίσης παράγει, αποθηκεύει και συντονίζει τα λεμφοκύτταρα. Το ίδιο ισχύει και για τον μυελό των οστών που βρίσκεται στα μεγάλα οστά του σώματος.
Χειρισμοί πίεσης πέντε γραμμαρίων ή λιγότερο συνδέουν τον θεραπευτή με το σύστημα της περιτονίας και μέσω αυτής με κάθε τμήμα του σώματος, καταπολεμώντας συμπτώματα ασθενειών μερικά εκ των οποίων είναι χρόνια.
Τεχνικές χειροθεραπείας και άσκηση με βαθύ κάθισμα δύνανται να μειώσουν τις μυϊκές ανισορροπίες που σχετίζονται με τον πόνο στη μέση.
Η Κρανιοϊερή θεραπεία χρησιμοποιεί ένα διευρυμένο Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο για την υγεία και την ασθένεια, με στόχο την ενδυνάμωση της ικανότητας του ασθενή στην ίαση.
Η συντηρητική διαχείριση του πόνου στη μέση με τεχνικές σπονδυλικής ανάταξης και κινητοποίησης, συμπληρωματικά της ιατρικής θεραπείας, βελτιώνει την λειτουργική ικανότητα, ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα της.
Πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι οι αναρριχητές βράχου εμφανίζουν υψηλό ποσοστό αρθρίτιδας στον ώμο.
Ατλαντο-ινιακή ένωση:
μια αμφίδρομη σχέση
Στην προσπάθεια να αντιμετωπιστεί η πολυπλοκότητα του χρόνιου μυοσκελετικού πόνου, το Βιοψυχοκοινωνικό μοντέλο φαίνεται πως επικρατεί.
Η επίδραση της εφαρμογής ξηράς βελόνας, στην άνω μοίρα του τραπεζοειδή μυ, στην ένταση του πόνου και την ανικανότητα στον αυχένα σε σύγκριση με την ισχαιμική πίεση.
Στοχευμένη ή όχι «Κινητοποίηση» στη Σπονδυλική Στήλη (Έρευνα)
Μια καλή αρχή για να απαλλαγούμε από τη χρόνια φλεγμονή και τις επιπτώσεις της είναι οι αλλαγές που επικεντρώνονται στον τρόπο ζωής μας.
Συνδεθείτε με τα κοινωνικά μας δίκτυα "Social Media" και ανακαλύψετε τις νεότερες πληροφορίες
Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 295 guests και κανένα μέλος
ΑΛΚΙΜΑΧΟΥ 3 - 5 / 11634 / ΑΘΗΝΑ